ὑποδεκτικός

ὑποδεκτικός
ὑποδεκ-τικός, ή, όν,
A of or for receiving,

-κὸς τοῦ σώματος τόπος S.E.M.10.20

, cf. Gal.2.542, 4.722; ἀγγεῖον ὑ. ταρίχων Sch.Ar.V.674.
II δεῖπνον ὑ. an entertainment by way of welcome, Plu.2.727b.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ὑποδεκτικός — of masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υποδεκτικός — ή, όν, Α [ὑποδέκτης] 1. κατάλληλος να δέχεται μέσα του κάτι για εναποθήκευση («ὑποδεκτικὸν ταρίχων ἀγγεῑον», Σχόλ. Αριστοφ.) 2. φρ. «ὑποδεκτικὸν δεῑπνον» δείπνο υποδοχής, δείπνο για να καλωσορίσουν και να τιμήσουν κάποιον (Πλούτ.) …   Dictionary of Greek

  • ὑποδεκτικά — ὑποδεκτικός of neut nom/voc/acc pl ὑποδεκτικά̱ , ὑποδεκτικός of fem nom/voc/acc dual ὑποδεκτικά̱ , ὑποδεκτικός of fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικόν — ὑποδεκτικός of masc acc sg ὑποδεκτικός of neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικαῖς — ὑποδεκτικός of fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικοῦ — ὑποδεκτικός of masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτική — ὑποδεκτικός of fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικήν — ὑποδεκτικός of fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδεκτικάς — ὑποδεκτικά̱ς , ὑποδεκτικός of fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”